Από τον 19ο στον 21ο αιώνα...
Του Πέτρου Κυπριωτέλη
Η "ΘΕΣΣΑΛΙΑ" είναι η ιστορική ημερησία εφημερίδα του Βόλου, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στις 25 Μαίου του 1898, μόλις τρεις μέρες μετά την οριστική αποχώρηση των Τούρκων από την πόλη. Έκτοτε εκδίδεται καθημερινά, χωρίς διακοπή και με τον ίδιο τίτλο, κατόρθωμα άξιο θαυμασμού και μελέτης, μοναδικό στην ιστορία του ελληνικού τύπου.
Πρόγονός της υπήρξε η ομότιτλη εφημερίδα «ΘΕΣΣΑΛΙΑ, εφημερίς του λαού και των συντεχνιών» που εξέδιδαν οι αδελφοί Σακελλαρίδη από το 1880 στην Αθήνα και μετά στο Βόλο, μέχρι το 1899.
Το 1892 ο Ιωάννης Μπέμπος εκδίδει τη «ΝΕΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑ» (η οποία είναι συνέχεια της εφημερίδας « ΠΑΓΑΣΑΙ») και η οποία εκδίδεται μέχρι το Μάιο του 1897, οπότε αναστέλλει την έκδοσή της, λόγω του ελληνοτουρκικού πολέμου.
Αμέσως μετά τον πόλεμο που έληξε στις 22 Μαϊου του 1898 εκδίδεται η σημερινή «ΘΕΣΣΑΛΙΑ», συνέχεια της «Νέας Θεσσαλίας», με τα εξής στοιχεία "ΕΤΟΣ ΣΤ΄, ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΕΥΤΕΡΗ, Αριθμός φύλλου 417 Βόλος, 25 Μαίου 1898". Εκδότης πάλι ο Ι. Μπέμπος.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ
Όπως είναι γνωστό, μετά την επανάσταση του 1878, στην τουρκοκρατούμενη τότε Θεσσαλία, έγινε το συνέδριο του Βερολίνου, όπου αποφασίστηκε η διαφορά μεταξύ της Ελλάδας (που τότε τα σύνορα της έφταναν ως τη Στερεά, λίγο πιο κάτω από τον Αλμυρό) και της Τουρκίας, να διευθετηθεί με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών.
Έτσι συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη τον Αύγουστο του 1879, αντιπροσωπείες από τις δύο χώρες, χωρίς όμως αποτέλεσμα. «Αναμένομεν μετ’ αγωνίας, ούτως ειπείν, να μάθωμεν τα διαμειφθέντα μεταξύ της Διεθνούς Επιτροπής και των Ελλήνων και Τούρκων επιτετραμμένων επί της παραδόσεως των θεσσαλικών τμημάτων ή και τι τέλος απεφασίσθη περί της προτάσεως της δεκαπενθημέρου αναβολής. Εν τούτοις τοιαύτη είδησις ουδαμόθεν φαίνεται υποφώσκουσα, διότι η επιτροπή ενταύθα ετήρησεν απόλυτον σιγήν . . .» διαβάζουμε στη «Θ» της 2ας Αυγούστου του 1881.
Τελικά, έγινε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη συνάντηση των πρεσβευτών των μεγάλων δυνάμεων, χωρίς την παρουσία της Ελλάδας, όπου και αποφασίστηκε να παραχωρηθεί στο ελληνικό κράτος ολόκληρη η Θεσσαλία και μικρό κομμάτι της Ηπείρου». «Η ωραία Θεσσαλία και η Ήπειρος από της προχθές Παρασκευής, καθ’ ην ημέραν οι αντιπρόσωποι των μεγάλεων Δυνάμεων συνυπογράψαντες την βερολίνειον απόφασιν της συνδιασκέψεως επέδωσαν αυτήν τη ελληνική κυβερνήσει, κατέστησαν οριστικώς τμήμα του ελληνικού βασιλείου . . .» γράφει ο Κ. Σακελλαρίδης στη «Θ» της εποχής.
Και σε επόμενο φύλλο διαβάζουμε πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις θεσσαλικές πόλεις την εποχή εκείνη: «. . . Σπουδαίαι πόλεις περιέρχονται εις την κατοχήν της Ελλάδος. Η επί των όχθων του Πηνειού κειμένη Λάρισσα και έχουσα 25 χιλ. κατοίκων, κέκτηται ανθηρόν εμπόριον, αξιόλογα καπνεργοστάσια και πολλά μεταξουργεία και νηματουργεία. Η μετ’ αυτών αξία λόγου πόλις της Θεσσαλίας, τα Τρίκαλα, κείνται επίσης επί του Θυάμιδος και έχει 10.000 κατοίκων, ασχολουμένων κυρίως εις την νηματουργίαν την βαφικήν και την βυρσοδεψίαν. Ο Τύρναβος αριθμεί 6.000 κατoίκων. Εν τέλει αποβαίνει ελληνικός ο ωραίος κάμπος του Βόλου, ου οι κάτοικοι 3.000 τον αριθμόν, ζώσιν κυρίως διενεργούντες το μεταφορικόν εμπόριον της ακτοπλοϊας και της αλιείας. Όθεν διά των νέων ορίων παρέχεται νέα έκτασις παραλίας κατά 250 ή 300 χιλιόμετρα και ότι οι κόλποι του Βόλου και της Πρέβεζας καθ’ ολοκληρίαν ανοίγονται εις το εμπόριον. . .»
Μετά την απόφαση της Κωνσταντινούπολης τα τουρκικά στρατεύματα άρχισαν να αποχωρούν από τις θεσσαλικές πόλεις, πρώτα από τα Τρίκαλα, μετά από τη Λάρισα, τον Αλμυρό και τελευταία από το Βελεστίνο, το Βόλο και το Πήλιο, για να μπορέσουν να φύγουν με πλοία από το λιμάνι της πόλης. Έτσι στις 2 Νοεμβρίου του 1881 εισήλθε στην πόλη του Βόλου ο ελληνικός στρατός και οι Βολιώτες γιόρτασαν και πανηγύρισαν την πρώτη αυτή ημέρα της ελεύθερης ζωής του μετά από σκλαβιά τεσσάρων αιώνων της χώρας του.
«Θεσσαλοί και Ηπειρώται, ήλθε πλέον ο χρόνος ου ονειρεύθησαν οι πατέρες ημών. Τα δίκαια και οι πόθοι ημών ανεγνωρίσθησαν υπό συμπάσης της Ευρώπης και ήδη είμεθα ελεύθεροι. Από τούδε δεν είμεθα πλέον υπήκοοι του Σουλτάνου αλλά μέλη του Ελληνικού Κράτους . . .». Πανηγυρίζει η ΘΕΣΣΑΛΙΑ της εποχής. Περίπου είκοσι πέντε χιλιάδες άτομα είχαν συγκεντρωθεί τότε στο Βόλο από τα χωριά του Πηλίου, το Δήμο Φθιώτιδας, την Εύβοια, την Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη για να γιορτάσουν «. . εν χαρά και αγαλιάσει την μεγάλην πανήρυριν της ενώσεως της επαρχίας ημών μετά της μητρός Ελλάδος» όπως γράφει και πάλι ο Κ. Σακελλαρίδης στη ΘΕΣΣΑΛΙΑ της εποχής.
Δυστυχώς δέκα έξι μήνες μετά την απελευθέρωση είχαμε τον άτυχο πόλεμο του 1897, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε μια στρατιωτική ήττα, ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε τη Θεσσαλία παρ’ όλες τις γενναίες και νικηφόρες μάχες της ελληνικής ταξιαρχίας στο Βελεστίνο και οι Τούρκοι κατέλαβαν και πάλι το Βόλο στις 26 Απριλίου του 1897. Τα δεινά των κατοίκων ήταν απερίγραπτα.
Όμως τον Νοέμβριο του 1897 υπογράφηκε συνθήκη ειρήνης μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας και ο τουρκικός στρατός αποχώρησε οριστικά από τον Βόλο στις 22 Μαϊου του 1898. Σε αυτή τη χρονική στιγμή, τρεις μέρες μετά από τη αποχώρηση των Τούρκων, στις 25 Μαϊου του 1898 εκδόθηκε η εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ".
Ο ΒΟΛΟΣ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ
Από τα μέσα του 19ου αιώνα ο Βόλος εμφανίζεται σαν μια αστική κοινότητα, με μερικά μαγαζιά Ελλήνων εμπόρων, κυρίως Πηλιορειτών, γύρω από το οθωμανικό κάστρο, στα Παλιά και μερικούς λασπόδρομους παράλληλους προς την παραλία. «... Πάσαι αι οδοί της πόλεως γέμουσι πηλού...» γράφει ο Κ. Παπαμιχαλόπουλος το Δεκέμβρη του 1881 στον Παρνασσό. Οι κάτοικοι περίπου 3000 όπως είδαμε στο 189ο φύλλο της «Θεσσαλίας», ασχολούνται κυρίως με το μεταφορικό εμπόριο της ακτοπλοϊας, διότι το λιμάνι του Βόλου, από τα καλύτερα φυσικά λιμάνια του κόσμου, λειτουργούσε από την περίοδο ακόμα της Τουρκοκρατίας ως διακομιστικό κέντρο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Όμως αμέσως μετά την απελευθέρωση κατασκευάσθηκαν οι θεσσαλικοί σιδηρόδρομοι και το τρένο του Πηλίου, οι οποίοι έφθαναν ως το λιμάνι και οι οποίοι βοήθησαν στη γρήγορη επικοινωνία των κατοίκων και την ασφαλή διακίνηση της γεωργικής παραγωγής από το εσωτερικό της Θεσσαλίας και τα πλούσια χωριά του Πηλίου προς το λιμάνι του Βόλου και αντίστροφα, με αποτέλεσμα τη μεγάλη οικονομική και πληθυσμιακή άνθηση της πόλης και τη ραγδαία εξέλιξή της σε ένα από τα πιο σπουδαία εξαγωγικά κέντρα της ελληνικής περιφέρειας. Κεφαλαιούχοι από άλλες περιοχές, παλαιοελαδίτες κ.λπ. και κυρίως Αιγυπτιώτες από το Πήλιο επένδυσαν στο Βόλο σε επιχειρήσεις, εμπόριο και αργότερα σε βιομηχανία.
Δυστυχώς, ο πόλεμος του 1897 και η παραμονή των Τούρκων στρατιωτών στην πόλη για δεκατρείς μήνες ανέστειλε προσωρινά κάθε είδους οικονομικές δραστηριότητες.
Όμως από το Μάιο του 1898, μετά την οριστική αποχώρηση των Τούρκων, η πόλη βρήκε αμέσως τους ρυθμούς ανάπτυξης και στις αρχές του 20ου αιώνα μπήκε ορμητικά στο χώρο της εκβιομηχάνισης και έγινε πλέον μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές πόλεις της χώρας.
Ο πληθυσμός της από 4.987 το 1881 έφθασε τους 16.788 το 1896 και τους 23.563 κατοίκους το 1907. Η τοπική κοινωνία πρωτοστάτησε σε πρωτοβουλίες πανελλήνιας εμβέλειας τόσο στον οικονομικό όσο και στον πνευματικό και πολιτιστικό τομέα και ο Βόλος βρέθηκε στην πρωτοπορία των ελληνικών αστικών κέντρων.
Η ίδρυση στην πόλη του πρώτου εργατικού κέντρου της χώρας και του Παρθεναγωγείου, καθώς και οι αγώνες και οι κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης έθεσαν γερά τα θεμέλια για τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών και αποτέλεσαν σταθμούς στην ελληνική ιστορία. Όπως βλέπουμε η πορεία της πόλης του Βόλου που ουσιαστικά αρχίζει με την ενσωμάτωσή του στο ελληνικό κράτος και η πορεία της ιστορικής εφημερίδας «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ» είναι παράλληλη. Η «Θ» γεννήθηκε και αναπτύχθηκε δυναμικά και παράλληλα με την οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη της πόλης, καταγράφοντας όλους τους αγώνες των πολιτών της, όλες τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές εξελίξεις, ολόκληρη τη ζώσα ιστορία του τόπου. Η «Θ» συνετέλεσε ώστε όλες οι πρωτοποριακές ιδέες και τα ιδεολογικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν στον τόπο να διαχέονται σ’ ολόκληρη τη βολιώτικη κι ευρύτερη κοινωνία, να την ενημερώνει σωστά και να την ευαισθητοποιεί. Έτσι η «Θ» συνέβαλε ουσιαστικά και καταλυτικά στη διαμόρφωση και την ανέλιξη της βολιώτικης κοινωνίας.
ΜΟΝΟ 17 ΦΥΛΛΑ
Η «ΘΕΣΣΑΛΙΑ» κυκλοφόρησε στις 25 Μαϊου 1898, και από πληροφορίες που διασώθηκαν γραπτές, η κυκλοφορία της εκείνη την ημέρα ήταν ...17 ολόκληρα φύλλα! Ποια σημασία όμως μπορεί να έχει αυτός ο πενιχρός, ο τραγικός θα λέγαμε απολογισμός, μπροστά στις κατακτήσεις και τα ρεκόρ που διαδοχικά σημείωνε και κατέρριπτε, ενθουσιάζοντας τους φίλους της και απογοητεύοντας τους αντιπάλους της;
Η εφημερίδα «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ» της 25 Μαΐου 1898
Ας θυμηθούμε εδώ τους στίχους του Κωστή Παλαμά:
Η μεγαλοσύνη στους λαούς
δεν μετριέται με το στρέμμα
με της καρδιάς το πύρωμα
μετριέται και με το αίμα.
Φαίνεται πως η πιο σπουδαία και ανθεκτική δύναμη μιας εφημερίδας είναι ο βαθμός αφοσίωσης προς τους αναγνώστες. Και η ανταπόδοση. Αλλιώς δεν εξηγείται αυτό το θαύμα που επιτέλεσε και, ακμαιότερη, κομψότερη, ελκυστικότερη όσο ποτέ, συνεχίζει να επιτελεί και στις μέρες μας η «Θ», καταγράφοντας με τόλμη και αντικειμενικότητα όλα τα μεγάλα γεγονότα., τους κοινωνικούς αγώνες, τις πολιτικές εξελίξεις, τα πολιτιστικά δρώμενα και την αθλητική και κοινωνική επικαιρότητα της τοπικής κοινωνίας, αλλά και ολόκληρης της χώρας.
Στον ένα και πλέον αιώνα της ζωής της η «Θ» κατέγραψε το Μακεδονικό αγώνα, την επανάσταση στο Γουδί, το Κιλελέρ, την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους, τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, τη Μικρασιατική καταστροφή, τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, το πραξικόπημα του 1967, τη μετάβαση του ανθρώπου στη σελήνη το 1969, την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1974 κ.λ.π.
Κι ακόμα η «Θ» κατέγραψε τα σημαντικά γεγονότα του τόπου μας, όπως π.χ. τη θεμελίωση του Νοσοκομείου από το Δήμαρχο Γεωργιάδη το 1900, το θάνατο του Μηλιώτη Μακεδονομάχου Γαρέφη το 1904, τους αγώνες των εργατών και την ίδρυση στην πόλη μας του πρώτου στην Ελλάδα Εργατικού Κέντρου, το θάνατο του Παπαδιαμάντη το 1911, τα γεγονότα του Παρθεναγωγείου το οποίο και στήριξε μ’ όλες τις δυνάμεις, τη λειτουργία του μοναδικού στην Ελλάδα Σανατορίου «Ζωοδόχος Πηγή» του Γ. Καραμάνη στο Πήλιο κοντά στη Δράκεια, τις απεργίες και τους αγώνες των καπνεργατών το 1936, τις δύσκολες μέρες της κατοχής, την απελευθέρωση της πόλης από τους Γερμανούς, το θάνατο του Γ. Καρτάλη, της μεγάλης αυτής προσωπικότητας του τόπου μας, που σηματοδότησε την πορεία της κεντροαριστεράς και που, αν ζούσε, θα ήταν πιθανόν διαφορετικές οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, τους σεισμούς του ‘55-’57, την ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ.λπ. δηλ. όλα τα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα που συνθέτουν την ιστορία του τόπου, της χώρας μας, αλλά και του κόσμου ολόκληρου.
Ξεφυλλίζοντας κανείς το πολύτιμο, εκατοντάδων τόμων, αρχείο της, το αρχαιότερο και πληρέστερο αρχείο εφημερίδας στη χώρα μας, ανακαλύπτει πράγματα θαυμαστά - ενδεικτικά εποχών που πέρασαν ανεπιστρεπτί. Όπως π.χ. ότι η «Θ» είχε μόνιμο ανταποκριτή στο Βερολίνο, στις αρχές του αιώνα, όταν τότε μόνο το πρακτορείο Ρώυτερ σ’ ολόκληρη την Ευρώπη είχε μόνιμο ανταποκριτή στη γερμανική πρωτεύουσα. Ακόμη η «Θ» είχε ανταποκριτές για να καλύπτουν την Μικρασιατική Καταστροφή, κ.λπ., κ.λπ.
Η εμβέλειά της δεν ξεπερνούσε τα στενά όρια της Θεσσαλίας κι έφθανε ακόμα και στην Τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, την Ελασσόνα, την Κοζάνη, τη Σιάτιστα, κ.λπ. η δε κυκλοφορία της το 1912 ξεπερνούσε τα 12.000 φύλλα, αριθμός ασύλληπτος για τα μέτρα της εποχής εκείνης που προκαλεί δέος ακόμη και σε πολλές από τις σύγχρονες αθηναϊκές εφημερίδες.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΒΑΛΑΝ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ
Ιδρυτής της «Θ» υπήρξε ο Δημοσθένης Ρίζος, άνθρωπος ικανότατος, που κατόρθωσε να βάλει γερά θεμέλια στην εφημερίδα με τη βοήθεια του Δημ. Τσιμπούκη και του Άγγελου Π. Κεφαλά (αδελφού του Αγίου Νεκταρίου). Εάν όμως ο Ρίζος προσέφερε το όραμα και τις βάσεις της πετυχημένης πορείας της εφημερίδας, ο Τάκης Οικονομάκης που τον διαδέχθηκε, μέχρι το 1944, για τριάντα περίπου χρόνια, έδωσε με την ιδεολογία και τη φλογερή του πένα, την καταξίωση, την εγκυρότητα, τη μακροβιότητα και την πανελλήνια αναγνώριση της εφημερίδας. Άνθρωπος προικισμένος, ακάματος εργάτης της δημοσιογραφίας, γνήσιος πατριώτης, απόστολος της κοινωνικής δικαιοσύνης, υπηρέτησε τη «Θ», αλλά και την πόλη του Βόλου με πραγματικό πάθος
Το 1944, μετά το θάνατο του Τ. Οικονομάκη η «Θ» πέρασε στους αδελφούς Γιώργο και Τάκη Παρασκευόπουλο, οι οποίοι την ανέπτυξαν ακόμα πιο πολύ, συνεχίζοντας το δρόμο των πρωτοπόρων και επιδεικνύοντας παράλληλα μεγάλο ενδιαφέρον για τα κοινά.
Το 1953 και για μια δεκαετία περίπου η ευθύνη της έκδοσης περνάει με επιτυχία στο συντακτικό προσωπικό, με αρχισυντάκτη τον αείμνηστο Αχιλλέα Ορφανίδη και μια ομάδα άριστων δημοσιογράφων, όπως ο Στέφανος Μήτσιου, ο Γρηγόρης Μπετσίτσας, ο Φαίδων Μακρής, η Νίτσα Κολιού, ο Γιάννης Φάτσης, ο Αλέκος Τράκας και πολλοί άλλοι, για ν’ ακολουθήσουν οι νεότεροι και να φτάσουμε στη σημερινή γενιά άξιων δημοσιογράφων, που δίνει τη δική της «μάχη» και βαδίζει στην ίδια καταξιωμένη πορεία.
Το 1990 η εφημερίδα αγοράστηκε από το γνωστό βιομήχανο Κωνσταντίνο Λούλη, ο οποίος σε σύντομο χρονικό διάστημα ολοκλήρωσε το σύστημα ηλεκτρονικής έκδοσης κι έτσι η εφημερίδα έγινε έγχρωμη, πιο πλούσια, δημιουργώντας επανάσταση στον επαρχιακό Τύπο.
Το 1996 η εφημερίδα περνάει σε 11 νέους επιχειρηματίες και επιστήμονες οι οποίοι με συνεχείς επενδύσεις και εκσυγχρονισμούς, τη βελτίωσαν ακόμα πιο πολύ, έτσι ώστε περισσότερο ενδιαφέρουσα από κάθε άλλη φορά να διαβάζεται, πλέον, καθημερινά, σύμφωνα με μελέτη της εταιρείας FOCUS (έρευνα BARI FOCUS), από περισσότερα από 42.000 άτομα.
Σήμερα., στο σημαδιακό αυτό κατώφλι της νέας χιλιετίας, η «ΘΕΣΣΑΛΙΑ», ανανεωμένη όσο ποτέ άλλοτε, έγχρωμη, ελκυστική, πρωτοποριακή, ανοιχτή όπως πάντα σε όλες τις ιδεολογικές πολιτικές και πολιτισμικές τάσεις, με ευθυκρισία και τόλμη, αλλά κυρίως με ήθος και αντικειμενικότητα, και μ’ ένα βαθύ βλέμμα στο μέλλον, προχωράει μπροστά, ατενίζοντας την αιωνιότητα..
ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ
Μιλώντας, όμως, κατ’ αυτόν τον τρόπο, για τη «Θ», παρά το θαυμασμό που της εκφράζουμε, διαπράξαμε μιαν απρέπεια: Δεν της δώσαμε το λόγο, δεν μεταφέραμε, έστω και εντελώς ενδεικτικά, κάποια στοιχεία και κάποια κείμενα που θα ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις των αναγνωστών, ιδιαίτερα εκείνων που λόγω ηλικίας φυσικό είναι να μη γνωρίζουν λεπτομέρειες γι’ αυτό το βολιώτικο εκδοτικό φαινόμενο.
Σ’ ένα αρθρίδιο, στο φύλλο της 6ης Νοεμβρίου 1902, διαβάζουμε: «Η ΗΜΕΤΕΡΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ δεν είνε λαθροβιούν τι κομματικόν φύλλον εξ εκείνων, άτινα γεννώνται τας παραμονάς των εκλογών και θνήσκουσι την επομένην αυτών. Είνε εφημερίς διαρκής, ανήκουσα εις εαυτήν και εις το κοινόν, το οποίον την υποστηρίζει θερμώς. Είνε εφημερίς έχουσα παρελθόν και ασφαλέστατον μέλλον!». Αυτά τα 1902. Τι να πούμε, τι να γράψουμε 98 χρόνια μετά; Οι άνθρωποι που δούλευαν στη «Θ» εκείνη την εποχή - δεν διασώθηκαν στοιχεία για να ξέρουμε τον ακριβή αριθμό - πίστευαν στο έργο που έκαναν, πίστευαν στις βάσεις που δημιουργούσαν και στην ανάπτυξη που θα έπαιρναν. Και η πίστη αυτή μεταδόθηκε, μεταλαμπαδεύτηκε από γενιά σε γενιά, κι έφτασε ως τις μέρες μας. Αλλά και οι αρχές των πρώτων χρόνων της «Θ» είναι γερές, στέρεες. Εκείνη και το κοινό της. Η μία δύναμη στην υπηρεσία της άλλης. Να το άλλο, το μεγαλύτερο μυστικό της μακροζωίας της «Θ».
Η ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΙΔΗΣΗΣ
Την ίδια χρονιά, το 1901, θα βρούμε ένα άρθρο που εξηγεί το «πιστεύω» της «Θ» και δείχνει πως οι άνθρωποι της και σωστά και πολύ μπροστά, έβλεπαν. Αν αναλογιστούμε την έμφαση που δίνεται σήμερα από όλα τα ΜΜΕ - έντυπα και ηλεκτρονικά - στην παντοδυναμία της είδησης, θα δικαιολογήσουμε τη «Θ» του 1901 για τη συγκεκριμένη επιτυχία της.
«Θρίαμβον πρώτης τάξεως ήγαγε προ τινων ημερών η «Θεσσαλία» διά της υπ’ αυτής πρώτης εξ όλων των εφημερίδων δημοσιευθείσης ειδήσεως, κατά την παρελθούσαν Παρασκευήν, περί της εισβολής των Βουλγάρων ληστανταρτών εις Μακεδονίαν και της παρά το Γευγελή συμπλοκής τούτων μετά του τουρκικού στρατού Η είδησις αύτη τηλεγραφηθείσα εντεύθεν εδημοσιεύθη την επομένην εις τας Αθηναϊκάς εφημερίδας, επεβεβαιώθη Δε μετά τινας ημέρας και διά των εξ Ευρώπης τηλεγραφημάτων. Δεν είναι η πρώτη φορά καθ’ ην μας δίδεται αφορμή να καυχηθώμεν διά την προτεραιότητα των ειδήσεών μας είτε αύται αναφέρωνται εις επιτόπια ή εσωτερικά γεγονότα, είτε όταν εισίν ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, ως η προκειμένη και πλείσται άλλα Μακεδονικαί ειδήσεις, ας αποκτώμεν εγκαίρως μη φειδόμενοι χρηματικών θυσιών, υπερόγκων δι’ επαρχιακήν εφημερίδα. Η προτεραιότης αύτη είμεθα βέβαιοι ότι δεν διαφεύγη την προσοχή των αναγνωστών αναγνωστών μας, οίτινες αναγιγνώσκουσι τας ειδήσεις ταύτας ταχύτερον των των εφημερίδων εκείνων οίτινες δαπανώσι κολοσσιαία ποσά προς απόκτησιν τοιαύτης φύσεως ειδήσεων, όσον οιόν τε τάχιστα. Ο Διευθυντής του «Κόσμου» της Νέας Υόρκης ομιλών πέρυσιν εν Παρισίοις μετ’ Αθηναίου συναδέλφου περί του προορισμού των σημερινών εφημερίδων και των επιτυχιών αυτών, τω έλεγαν ότι «Το ζενίθ της ευτυχίας διά μίαν εφημερίδαν είναι η δημοσίευσις μιας ενδιαφερούσης και αληθούς ειδήσεως, προ της δημοσιεύσεώς της εις οιανδήποτε άλλην εφημερίδα».
Από της απόψεως ταύτης η «Θεσσαλία» είναι ευτυχής, ευτυχέστεροι δε και οι αναγνώσται αυτής οίτινες πληρώνουν την συνδρομήν ή δίδουν την πεντάραν των διά την απόκτησιν της «Θεσσαλίας» εκ της αναγνώσεως της οποίας, έχουν την πεποίθησιν ότι θα πληροφορηθώσιν εγκαίρως παν ότι νέον και πάσαν ενδιαφέρουσαν είδησιν». Τις στενές και αποδοτικές σχέσεις που είχε αναπτύξει η «Θ» με τους αναγνώστες της, τις βρίσκουμε και το ακόλουθο σημείωμα που είναι δημοσιευμένο στο φύλλο της 21ης Σεπτεμβρίου 1909: «Της Θεσσαλίας» αι στήλαι είνε εις την διάθεσιν παντός επιθυμούντος και δυναμένου ν’ ανακινήση παν ζήτημα συντείνον εις την πρόοδον της Κοινωνίας και την γεωργικήν και εμπορικήν αυτής προαγωγήν».
Μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες άνοιγαν οι θύρες για τους μελλοντικούς συνεργάτες, γεννιόνταν οι νέοι συντάκτες, αυξάνονταν το κύρος και η κυκλοφορία της. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η «Θ» είχε αρχισυντάκτες και συνεργάτες που η ιστορία τους κατέταξε μεταξύ των σπουδαίων λογίων της χώρας όπως π.χ. ο Μητροπολίτης - μετέπειτα Άγιος Νεκτάριος, ο Παπαδιαμάντης, ο Κορδάτος, ο Βάρναλης, ο Λουντέμης, ο Σκουβαράς, ο Μυριβήλης, ο Σαράτσης κ.α.
Ακόμα, η «Θ» πολύ πρωτοποριακά σε μιαν εποχή των αρχών του αιώνα τελείως ανδροκρατούμενη, όταν η γυναίκα, ιδίως στην επαρχία, ήταν τελείως κλεισμένη στο γυναικωνίτη και απείχε από όλες τις κοινωνικές, εργασιακές, οικονομικές και πολιτικές διαδικασίες, είχε στο δημοσιογραφικό της δυναμικό γυναίκες, που τα άρθρα τους, τις περισσότερες φορές πρωτοσέλιδα, κοσμούσαν τα φύλλα της. Ας μας τα πει όμως η ίδια μ’ ένα πρωτοσέλιδο άρθρο της 13 Δεκεμβρίου 1910:
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗ "Θ"
«Όσοι μας κάμνουν την τιμήν να μας αναγιγνώσκουν, γνωρίζουν ότι η «Θεσσαλία» έχει την αγαθήν τύχην να συγκαταλέγη εις το έκτακτον προσωπικόν της και Συνεργάτιδας - Κυρίας δηλαδή γραφούσας. Έχει δε το πλεονέκτημα τούτο περισσότερον ίσως πάσης άλλης ελληνικής εφημερίδας Η μετοχή αύτη γυναικών εις τον πνευματικόν βίον ενέχει τι το προξενούν ευχαρίστησιν. Αν η πνευματική ανάπτυξις των ανδρών είνε ωφέλιμος δι’ ένα Τόπον, με ιδιαιτέραν όλως χαράν πρέπει να προσαγορευθή των γυναικών η μόρφωσις και η διανοητική δράσις. Ίσως μάλιστα είνε το μάλλον χαροποιόν σημείον της όλης ενεργείας του ελληνικού κόσμου Έχει ήδη η «Θεσσαλία» εις την Λάρισαν δύο Συνεργάτιδας την Rebelle, ευπαίδευσιν, χαριτωμένα γράφουσαν, παρακολουθούσαν την απανταχού πνευματικήν κίνησιν και ενδιαφερομένην διά τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, νεάνιδα, λογίαν, η οποία θα ηδύνατο να είνε πολύτιμος συντάκτης οιαδήποτε καλής εφημερίδος. Μετ’ αυτήν έρχεται η «Λαρισινή», αποκαλύπτουσα αξιόλογον περιγραφικόν τάλαντον, κομψογράφος, τερπομένη εις την απεικόνισιν της Φύσεως, αλλά και ψυχολόγος ήδη και κοινωνιολογούσα. Αν δε μνημονεύσωμεν και της Κυρίας Παπασταύρου, η οποία είνε γυνή μορφώσεως υπερόχου, συγγραφεύς, αληθής δέσποινα, έχομεν ήδη έναν όμιλον όχι ευκαταφρόνητον Κυριών εργαζομένων πνευματικών και θετουσών το τάλαντον και την δύναμιν αυτών εις την υπηρεσίαν της Κοινωνίας και εις την μελέτην της Φύσεως. Εις σύμπτωσιν εντελώς αγαθήν οφείλεται, ότι ενώ η Λάρισα παρέχει ικανήν συμβολήν εις την πνευματικήν δράσιν, ανθαμιλλάται και ο Βόλος απαρτιζομένης ούτω μιας αξιοσημείωτου Πλειάδος γραφουσών γυναικών. Εις τον Βόλον κατέχει τα σκήπτρα η Κυρία Θάλεια Θέμη Χαλκιά, εις την οποίαν και η εφημερίς «Θεσσαλία» και ο Θεσσαλικός κόσμος οφείλουν χάριτας διά την βαθύτητα με την οποίαν εξετάζει τα διάφορα ζητήματα της κοινωνικής ζωής. Αδρώς σκεπτόμενη, ισχυράν φράσιν έχουσα εις την υπηρεσίαν της ιδέας, η Κυρία Χαλκιά αποτελεί αξιοσημείωτον αντιπρόσωπον του γυναικείου κόσμου της Ελλάδος εν τη σειρά της ιστορικής δράσεως αυτού. Παρά το πλευρόν αυτής ίσταται η δεσποινίς αδελφή της, η υπό το ψευδώνυμον «Ξένη» γράφουσα, η δημοσιεύσασα ήδη έργα, τα οποία είνε πράγματι προϊόντα φιλολογικά και τα οποία αποκαλύπτουν αληθινήν προσωπικότητα φιλολογικήν.
Διά την κοινωνίαν της Θεσσαλίας είνε ευχάριστον το φαινόμενον αυτό, μαρτυρούν ότι ο γυναικείος κόσμος εργάζεται και μελετά, εννοών να δώση την πλήρη έκφανσιν των δυνάμεών του, ως είνε δίκαιον, και να συμπροαγάγη το έργον της προόδου. Υπό τας Κυρίας και τας νεάνιδας ταύτας, τας προερχομένας εις την δημοσιότητα, μαντεύεται κόσμος όλος συγκινούμενος, ταρασσόμενος ευαίσθητος, σκεπτόμενος, αποσείων την νάρκην και ανοίγων το πνεύμα εις την δημοσιότητα εργασίας - καίτι είνε αυτή πολυτιμοτάτη και αξία παντός σεβασμού - σημαντική είνε η άποψις αύτη του ζητήματος, ότι δηλαδή αι πνευματικώς εργαζόμεναι και γράφουσαι Ελληνίδες είνε απλώς αι αντιπρόσωποι κινήσεως η οποία είνε γενικότερα και επεκτείνεται εις όλους τους κλάδους του βίου, αναδεικνύουσα την Ελληνίδα γυναίκα τοιαύτην, οία πρέπει να είνε αύτη, δηλαδή συντελεστής πολιτισμού και όργανον προόδου και αναπτύξεως. Το καθ’ ημάς χαίρομεν μεγάλως, διότι η ιδιαιτέρα πατρίς μας εις την αξιοσημείωτον ταύτην κίνησιν αντιπροσωπεύεται λαμπρώς και πλουσίως». Η πρωτοπορία της εφημερίδας είναι μοναδική. Η «Θ» το μακρινό εκείνο παρελθόν τόλμησε να έχει πέντε μορφωμένες γυναίκες συνεργάτιδες και η βολιώτικη κοινωνία να το αποδεχτεί και να το επικροτήσει. Κι όλα αυτά στα 1910.
ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
Το πρώτον Μαρκόνειον τηλεγράφημα Ελληνικής εφημερίδος , στις 22 Φεβ. 1910: «Η «Θεσσαλία» πρώτη και μόνη εξ’ όλων των Ελληνικών εφημερίδων η έχουσα υπερτελειότητα τόσον εις τας ειδήσεις όσον και εις τα τηλεγραφήματά της χάρις εις το πυκνόν και εκλεκτόν επιτελείον των συντακτών της ηξιώθη χθες να λάβη το πρώτον διά Μαρκονείου διαβιβασθέν τηλεγράφημα. Εξηγούμεθα. ……..Ο υποδιευθυντής μας. Κ. Θ. Φίλιος, τον οποίον εγνώρισαν και εξετίμησν οι αναγνώστες μας εκ των θαυμασίων εκ Κων/ως περιγραφών και επιτροπών, ταξιδεύων εις Αμερικήν, οπόθεν διά της παραστατικής όντως γραφίδος του θα περιγράψει τον βίον και τας εργασίας των εν Αμερική εγκατεστημένων Θεσσαλών συμπατριωτών, μας απέστειλεν εκ του ελληνικού υπερωκεανείου εγκατεστημένου Μαρκονείου Τηλεγράφου το ακόλουθον τηλεγράφημα μέσω του τηλεγραφικού σταθμού Capo Sperone εγκατεστημένου επί νησίδος Σαν Αντίσχο ευρισκομένης νοτιοδυτικά της νήσου Σαρδηνίας». «Θεσσαλίαν» Βόλον «Πατρίς» διασχίζει Τυρηννικόν πέλαγος αισίως, μεταφέρουσα 1.500 μετανάστας .
«Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ» είναι μια Περιφερειακή καθημερινή εφημερίδα που εκδίδεται στην Θεσσαλία. Σχεδόν όλοι απόδημοι της Θεσσαλίας την διαβάζανε και μαθαίνανε τι συμβαίνει στην Ελλάδα και το Εξωτερικό .
*από το www.apodimos.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου