Της ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΑΝΤΥΠΑ*
Φέτος δεν είναι η χρονιά μας. Ενα πογκρόμ απολύσεων από παραδοσιακές εφημερίδες σε Ευρώπη και Αμερική, έρευνες που αποτυπώνουν την διαρκώς φθίνουσα εμπιστοσύνη του κόσμου στη βιομηχανία των ειδήσεων και μια γενικευμένη απαξία του κλάδου στην Ελλάδα κάνουν την Παγκόσμια Ημέρα του Τύπου να μοιάζει λίγο με γιορτή όπου οι καλεσμένοι δεν χωνεύουν τον εορτάζοντα.
Στο εντυπωσιακό Newseum οι επισκέπτες γίνονται για λίγο δημοσιογράφοι
Το Μουσείο Τύπου στην Ουάσιγκτον (Newseum), ανάμεσα στο Λευκό Οίκο και το Καπιτώλιο, δεν πρόλαβε να ανοίξει τις πύλες του, τον προηγούμενο μήνα, και οι χαρακτηρισμοί έπεσαν βροχή. Οι 50 τόνοι μάρμαρο από το Τενεσί που χρησιμοποιήθηκαν για την επιγραφή στην πρόσοψη της οδού Πενσιλβάνια και στην οποία είναι χαραγμένη η πρώτη τροποποίηση του αμερικανικού Συντάγματος, έδωσαν την πρώτη λαβή για να χαρακτηριστεί το μουσείο ως το «Ταζ Μαχάλ της δημοσιογραφίας». Η «Ουάσιγκτον Ποστ» πήρε τη σκυτάλη μιλώντας για ένα «Ιστορικό μουσείο μεταμφιεσμένο σε μια δημοσιογραφική ρετροσπεκτίβα» και μερίδα του τύπου το αποκάλεσε «μνημείο ματαιοδοξίας».
Ενα από το ακριβότερα μουσεία του κόσμου, με κόστος κατασκευής 450 εκατ. δολάρια (το Γκουγκενχάιμ στο Μπιλμπάο πριν από μία δεκαετία κόστισε 125 εκατ. δολάρια), έρχεται να συμπληρώσει το προηγούμενο κατά πολύ μικρότερο και λιγότερο φανταχτερό του Αρλινγκτον που έκλεισε πριν από δύο χρόνια.
Ιδιαίτερα περήφανο για τον διαδραστικό του χαρακτήρα φιλοδοξεί να προσελκύσει τους νέους εισάγοντάς τους στην ιστορία της επικοινωνίας με ένα ελκυστικό τρόπο και να περιορίσει τις ενοχές των γονιών που αδυνατούν να πείσουν τα παιδιά τους για την αξία μιας κυριακάτικης επίσκεψης σε μουσείο. Αν και μια τετραμελής οικογένεια πρέπει να πληρώσει 80 δολάρια στην είσοδο, ποσό εξωφρενικό για τα αμερικανικά δεδομένα, που στηλιτεύτηκε ιδιαίτερα από τον Τύπο, οι υπεύθυνοι του μουσείου είναι σίγουροι ότι αξίζει τα λεφτά του.
Πρωτοσέλιδα με ιστορία
Ετσι, οι επισκέπτες θα μπορούν διαλέγοντας από τις ειδήσεις της ημέρας να φτιάξουν τη δική τους πρώτη σελίδα ή να μαγνητοσκοπήσουν μια τηλεοπτική συνέντευξη μπροστά σε ένα φόντο που δείχνει τον Λευκό Οίκο. Βίντεο με συνεντεύξεις και ρεπορτάζ που άφησαν εποχή όπως αυτή του κορυφαίου άνκορμαν Χάουαρντ Κοσέλ με τον Μοχάμεντ Αλι ή την ανταπόκριση του δημοσιογράφου του CNN Μπέρναρντ Σο από την Βαγδάτη την ώρα που οι βόμβες αρχίζουν να πέφτουν, ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια τους με ένα κλικ. Παλιές εφημερίδες και πηχυαίοι τίτλοι ανακοινώνουν τη δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς και του Κένεντι, το θάνατο της Μέριλιν, το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την καταστροφή του Χίντεμπουργκ σε μια οθόνη στο βάθος ενός σκοτεινού δωματίου στον τρίτο όροφο του μουσείου. Καμιά καταστροφή, όμως, δεν συγκινεί περισσότερο τους αμερικανούς επισκέπτες όσο η θέα της τσαλακωμένης και καμένης κεραίας τηλεπικοινωνιών που μετέδιδε το σήμα από την κορυφή του World Trade Center.
Το παγκόσμιο επικοινωνιακό χωριό επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό του καθώς ο επισκέπτης έχει πρόσβαση στις πρώτες σελίδες 80 αμερικανικών εφημερίδων καθώς και 500 άλλων από ολόκληρο τον κόσμο πριν ακόμα αυτές οδηγηθούν στο τυπογραφείο, ενώ με ένα απαλό άγγιγμα μιας οθόνης μπορεί να δει αποσπάσματα διάσημων βιβλίων και ντοκουμέντων όπως η Μάγκνα Κάρτα. Πολλά από τα εκθέματα δεν περιορίζονται τόσο στο ρόλο του τύπου όσο στην ελευθερία του λόγου και την επίδρασή του στην καθιέρωση νέων δημοκρατιών.
Πολλοί υποστήριξαν ότι προκειμένου να γίνει πιο εντυπωσιακό δημιουργήθηκαν κατηγορίες αντικειμένων που ουδεμία σχέση έχουν με τη δημοσιογραφία. Οταν απορεί κανείς τι γυρεύουν τα οκτώ γιγάντια κομμάτια του Τείχους του Βερολίνου (ψυχρό μπετόν από την κομμουνιστική πλευρά, καλυμμένα με γκράφιτι από την δυτική) ή ένα μεγάλο κομμάτι ασβεστόλιθου από το Πεντάγωνο την ημέρα της επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου, οι υπεύθυνοι απαντούν ότι μέσα από τα εκθέματα αυτά σχολιάζεται ο ρόλος του τύπου στις αντίστοιχες χρονικές περιόδους.
Πέρα από τους χαρακτηρισμούς, όμως, η δημοσιογραφία δεν παύει να καταγράφει όσα αύριο θα είναι ιστορία, να παρεμβαίνει σ' αυτά, αλλά και να αποτελεί και η ίδια και οι άνθρωποί της ένα σημαντικό κομμάτι της. Το σημαδεμένο από σφαίρες φορτηγάκι του περιοδικού «Τάιμ» κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σεράγεβο το 1990, το λάπτοπ του δημοσιογράφου της «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», Ντάνιελ Περλ, που δολοφονήθηκε στο Πακιστάν (μια ιστορία που αργότερα έγινε ταινία), οι φωτογραφίες 1.800 συναδέλφων που έχασαν τη ζωή τους εν ώρα καθήκοντος σε όλες τις μαρτυρικές γωνιές του πλανήτη από το 1830 έως σήμερα, η στολή του πολεμικού ανταποκριτή στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο Εντουαρντ Μάροου, η πόρτα των γραφείων του Δημοκρατικού Κόμματος που διέρρηξαν με εντολή του Νίξον και το ματωμένο γιλέκο του ανταποκριτή του ABC στο Ιράκ Μπομπ Γούντρουφ είναι μερικά μόνο από τα 6.214 εκθέματα που ζωντανεύουν την ιστορία.
Και καθώς η κοινωνία της πληροφορίας μεγαλώνει, η ανθρώπινη πλευρά της δημοσιογραφίας είναι και οι γαλάζιες παντόφλες της Αν Μαρί Κοξ, της διάσημης μπλόγκερ της «Ουάσιγκτον» που τώρα γράφει για το «Τάιμ», αλλά και το κινητό τηλέφωνο ενός σπουδαστή τεχνολογίας της Βιρτζίνια με το οποίο μαγνητοσκόπησε τις δολοφονίες στην πανεπιστημιούπολη το 2007.
Αλήθειες και ψέματα
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του μουσείου είναι να προσελκύσει επισκέπτες σε μια εποχή που σύμφωνα με τις έρευνες το 40% των Αμερικανών πιστεύει ότι ο τύπος έχει υπερβολική ελευθερία.
Η εμπιστοσύνη του κόσμου στους δημοσιογράφους κλονίζεται και η αλήθεια με το ψέμα συγχέονται μπροστά σε μια πληροφόρηση που τρέχει με την ταχύτητα του φωτός. Το Newseum δεν χαρίζεται. Σε μια γωνία μιας στενής προθήκης βρίσκονται ταμπλό αφιερωμένα στους ψεύτες δημοσιογράφους με τον τίτλο «Οταν οι ανώνυμες πηγές είναι λανθασμένες» και παρατίθεται μια σειρά με τίτλους εφημερίδων που ηθελημένα ή μη δεν ήταν αληθινοί.
Η αλήθεια όμως δεν είναι ποτέ μία και όσο και αν κατακρίνεται ένας δημοσιογράφος για τον τρόπο που τη χειρίζεται δεν μπορείς να καταλάβεις παρά μόνο αν πάρεις για λίγο τη θέση του. Το μουσείο ζητάει από τους επισκέπτες σαν ένα είδος κουίζ να απαντήσουν σε ένα μικρό χρονικό διάστημα και με ένα ναι ή με ένα όχι σε συγκεκριμένες ερωτήσεις που αξιολογούν την κρίση τους. Για παράδειγμα, κάνεις ένα ρεπορτάζ για τους κλεπτομανείς και μαθαίνεις ότι ο γείτονάς σου έχει συλληφθεί για παρόμοιο αδίκημα. Τι κάνεις; Θα ενημερώσεις τον αρχισυντάκτη σου; Αλλά ακόμα και πιο σύνθετα ζητήματα βασισμένα σε πραγματικά γεγονότα, ζητούν την κρίση των επισκεπτών. Θα έπρεπε ένας φωτογράφος στο Σουδάν να απαθανατίσει το παιδί που πεινάει, σαν όρνιο που στήνει την ενέδρα του, ή να προσπαθήσει να το σώσει; Οι επισκέπτες με ένα κλικ μαθαίνουν περισσότερες πληροφορίες για τη φωτογραφία που δημοσιεύτηκε στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» και κέρδισε το Πούλιτζερ, διαβάζουν τις απόψεις διάφορων δημοσιογράφων και ψηφίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι θα χειρίζονταν το θέμα.
Τα νέα δεν ταξιδεύουν μόνο γρήγορα, αλλά έρχονται και από πολύ παλιά. Το αρχαιότερο έκθεμα του μουσείου, ηλικίας 3.262 ετών, μια πήλινη πλάκα με σφηνοειδή γραφή από τους Σουμέριους καθώς και το άγαλμα του Θοθ, του αιγύπτιου θεού της γραφής, μας πηγαίνουν πίσω στο χρόνο πολλούς αιώνες πριν από την ανακάλυψη της τυπογραφίας.
Εντυπωσιακοί και οι αριθμοί που συνοδεύουν το τεράστιο Μουσείο. Περιλαμβάνει 15 αίθουσες, 14 θεματικές ενότητες, δύο στούντιο τηλεόρασης, τρία ασανσέρ μεγέθους μικρού σχολικού λεωφορείου, 35.000 πρωτοσέλιδα εφημερίδων με ιστορία 500 χρόνων, 3.800 φωτογραφίες, 130 διαδραστικούς σταθμούς, 99 τηλεοράσεις, 28 σημειωματάρια ρεπόρτερ, 1.063 δημοσιογραφικά πάσα. Αν κανείς το διασχίσει ολόκληρο, πρέπει να περπατάει επί ενάμισι χιλιόμετρο σε ένα κτίριο που το ύψος του φτάνει τα 41 μέτρα!
Σε μια χώρα που η ερευνητική και αποκαλυπτική της δημοσιογραφία έχει δημιουργήσει σχολή, αλλά και που δεν απουσιάζουν οι περιπτώσεις κατευθυνόμενης ή «φτηνής» ενημέρωσης, το Μουσείο προσπαθεί να βρει την ισορροπία ανάμεσα στους εξωραϊστικούς ύμνους προς τη δημοσιογραφία και την πραγματικότητα.
* από την "Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ" 11/05/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου