Javier Μoreno
Διευθυντής της εφημερίδας «EL PAIS»
Απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις για ποιοτικές ψηφιακές εκδόσεις των εφημερίδων
Διευθυντής της εφημερίδας «EL PAIS»
Απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις για ποιοτικές ψηφιακές εκδόσεις των εφημερίδων
Ο κατηγορούμενος για διαφθορά κυβερνήτης του Ιλινόι, όπως έγινε γνωστό στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, άσκησε πιέσεις στον εκδοτικό όμιλο της «Chicago Τribune», της εφημερίδας της μεγαλύτερης πόλης αυτής της βορειοαμερικανικής Πολιτείας, προκειμένου να απολύσει ή να φιμώσει τους δημοσιογράφους που ασκούσαν κριτική εναντίον του από τις σελίδες γνώμης της. Δεν το κατάφερε. Το επεισόδιο θα περνούσε ως χαριτωμένο ανέκδοτο στη μακρά ιστορία των θυελλωδών σχέσεων του Τύπου με τους κυβερνώντες αν τις ίδιες εκείνες μέρες ο ίδιος εκδοτικός όμιλος, ιδιοκτήτης επίσης των «Τάιμς του Λος Αντζελες», δεν προχωρούσε σε πάγωμα των μισθών εξαντλημένος από το βάρος των χρεών του και ανίκανος να αντιμετωπίσει τις οικονομικές υποχρεώσεις του απέναντι στην έντονη πτώση των διαφημιστικών εσόδων που πλήττει τον τομέα, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Κανείς δεν ξέρει πόσες εφημερίδες θα ακολουθήσουν τον δρόμο της «Chicago Τribune» στο μέλλον.
Η ταχεία πτώση της διαφημιστικής αγοράς αναμφίβολα κατέλαβε εξ απήνης τα στελέχη της κύριας εφημερίδας μιας από τις μεγάλες βιομηχανικές και οικονομικές πρωτεύουσες του κόσμου και ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης δεν στάθηκε ικανός να σώσει την κατάσταση. Ολα τα παραπάνω συνοψίζουν, καλύτερα από οποιαδήποτε εμπεριστατωμένη ανάλυση, τι συμβαίνει με τον Τύπο στη Δύση: η αργή πτώση των τελευταίων ετών, σε αναγνώστες και σε πωλήσεις, αποτέλεσμα πολλών παραγόντων (με κύριο την έκρηξη του Ιnternet), μετατράπηκε ξαφνικά σε απότομη καθίζηση η οποία απειλεί την ίδια την επιβίωση των εφημερίδων και, κατ΄ επέκταση, τη βιωσιμότητα και τη δυνατότητα επιρροής ενός από τα βασικά μέσα επαγρύπνησης και ελέγχου της δημόσιας εξουσίας που διαθέτουν οι πολίτες μιας δημοκρατίας. Απόδειξη αυτού μπορεί να θεωρηθεί χωρίς καμία αμφιβολία η περίπτωση του κυβερνήτη του Ιλινόι.
Το να ξεσκεπάζει κανείς και να φέρνει εις γνώση των πολιτών τις λοβιτούρες και τα φαγοπότια ενός διεφθαρμένου αξιωματούχου ή τις υπερβολές ενός εκλεγμένου αντιπροσώπου ο οποίος κινείται στα όρια της νομιμότητας ή τα ξεπερνά για να διευκολύνει τη μεταφορά κρατουμένων στο Γκουαντάναμο, όπως γνωρίζουμε καλά, δεν είναι μικρό έργο, ούτε χωρίς κόστος. Η ποιοτική δημοσιογραφία είναι δαπανηρή γιατί χρειάζεται εργατικά χέρια με εξειδικευμένες γνώσεις, που απαιτούν χρόνια εκπαίδευσης και ωρίμανσης. Η διατήρηση
ενός συντακτικού δυναμικού με την απαραίτητη πνευματική ικανότητα ώστε να ικανοποιεί τις ανάγκες μιας έγκυρης εφημερίδας και, τελικά, της κοινωνίας στην οποία αυτή απευθύνεται, αποτελεί την πρωταρχική υποχρέωσή μας αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε το μέλλον μας στο Διαδίκτυο. Το βιομηχανικό μοντέλο που ως τώρα εγγυήθηκε όλα αυτά που, στην ουσία, δεν έχουν αλλάξει από τον 19ο αιώνα είχε ήδη αρχίσει να ξεφτίζει τα τελευταία χρόνια. Ξαφνικά, η κρίση επιβάλλει ένα τριπλό σάλτο μορτάλε από τον 19ο στον 21ο αιώνα από τα παλιά πιεστήρια και τους τόνους χαρτιού στην ευρυζωνικότητα, τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα που καθορίζουν ήδη τον χώρο μας, τη συλλογική φαντασία μας και τον κοινωνικό ιστό της ζωής μας.
Πού βρίσκεται το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια ανανέωση η οποία αποδεικνύεται όχι μόνο απαραίτητη αλλά και απόλυτα επιτακτική;
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό έγκειται σε εμάς τους ίδιους, στους δημοσιογράφους, στις εκδοτικές επιχειρήσεις, στις συνδικαλιστικές οργανώσεις που ανησυχούν περισσότερο για το κύμα των αναπόφευκτων απολύσεων και τη μείωση του κόστους στο σήμερα παρά για τη βιωσιμότητα στο αύριο. Τελικά έγκειται σε μια βιομηχανία ανίκανη, τις περισσότερες φορές, να απαλλαγεί από αδράνειες δεκαετιών όσο απομένει μια χαραμάδα ψεύτικης ελπίδας ή ισχνών κερδών στους φθίνοντες ισολογισμούς της.
Είναι επιτακτικό να βρούμε ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο για τις μεγάλες εφημερίδες στο Διαδίκτυο. Η διαφήμιση στο Ιnternet θα ξεπεράσει τη διαφήμιση στο χαρτί σε μερικά χρόνια αφού η παρούσα κρίση έχει πλήξει ιδιαίτερα τους τομείς από τους οποίους τροφοδοτούνταν κυρίως οι εφημερίδες (αυτοκίνητα, ακίνητα, μικρές αγγελίες). Στο μεταξύ οι εκδοτικές επιχειρήσεις
θα εξακολουθήσουν να αντιμετωπίζουν τα γιγαντιαία κόστη για πιεστήρια, χαρτί, διανομή κ.λπ. που συνδέονται με τις παλιές δραστηριότητές τους, γεγονός το οποίο αναμφίβολα εμποδίζει ή δυσχεραίνει τις απαραίτητες σημαντικές επενδύσεις που οι ψηφιακές εκδόσεις τους θα διαθέτουν αντίστοιχη ποιότητα και βάθος με τις εκδόσεις τους στο χαρτί. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότερες από 30 εφημερίδες προς πώληση. Αυτό που δεν υπάρχει είναι αγοραστές.
Επίσης, όπως είπα στην αρχή αυτού του άρθρου, αποδεικνύεται απαραίτητη η χάραξη μιας διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στο χρήμα και τα κέρδη των εφημερίδων και στη δημοκρατία. Ο κυβερνήτης του Ιλινόι, το Γκουαντάναμο και τα τελευταία επιτεύγματα στην Ευρώπη αποτελούν μέρος μιας αφήγησης της οποίας το κύριο νήμα δεν είναι πάντα προφανές. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ετοιμάζεται, για πρώτη φορά να υιοθετήσει για τους παράνομους μετανάστες που κρατούνται στο έδαφός της την κατάργηση ενός δικαιώματος ιερού στις δυτικές δημοκρατίες, κατακτημένου με αιματηρούς αγώνες ενάντια σε όλες τις εξουσίες ανά τους αιώνες του habeas corpus, του δικαιώματος κάθε κρατουμένου να προσαχθεί ενώπιον ενός δικαστή σε σύντομο και εύλογο χρονικό διάστημα. Προς τα πού οδεύει η δημοκρατία στην Ευρώπη; Ποιο θα είναι το περίγραμμα και η ποιότητά της στον αιώνα που διανύουμε; Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με τις εφημερίδες- και με την οικονομική τους υγεία; Και με το Διαδίκτυο;
Οι εφημερίδες είναι οργανισμοί που διαθέτουν μια οικονομική δομή η οποία τους επιτρέπει να συγκεντρώνουν, να επεξεργάζονται και να θέτουν στη διάθεση της κοινωνίας μεγάλες ποσότητες πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία της δημοκρατίας. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι στις κοινωνίες μας υπάρχει αρκετή ζήτηση για ποιοτική και σχετική με τα πράγματα ενημέρωση, με τον τρόπο με τον οποίο σήμερα μόνο οι εφημερίδες μπορούν να προσφέρουν. Το ερώτημα είναι αν διαθέτουμε την απαραίτητη σοφία ώστε να διατηρήσουμε αυτή την ικανότητα στο Ιnternet και να αναπτύξουμε όλες τις δυνατότητές της σε έναν αιώνα του οποίου την εξέλιξη, τεχνολογική, κοινωνική και οικονομική, δεν έχουμε ως τώρα μπορέσει να κατανοήσουμε και, ακόμη περισσότερο, να προβλέψουμε. Ας μην επιτρέψουμε στα λάθη του παρελθόντος να περιορίσουν τη μελλοντική μας αποφασιστικότητα.
Η μοίρα των εφημερίδων- και κατά κάποιον τρόπο της αντίληψης και της άσκησης της δημοκρατίας- εξαρτάται από αυτό.Η ταχεία πτώση της διαφημιστικής αγοράς αναμφίβολα κατέλαβε εξ απήνης τα στελέχη της κύριας εφημερίδας μιας από τις μεγάλες βιομηχανικές και οικονομικές πρωτεύουσες του κόσμου και ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης δεν στάθηκε ικανός να σώσει την κατάσταση. Ολα τα παραπάνω συνοψίζουν, καλύτερα από οποιαδήποτε εμπεριστατωμένη ανάλυση, τι συμβαίνει με τον Τύπο στη Δύση: η αργή πτώση των τελευταίων ετών, σε αναγνώστες και σε πωλήσεις, αποτέλεσμα πολλών παραγόντων (με κύριο την έκρηξη του Ιnternet), μετατράπηκε ξαφνικά σε απότομη καθίζηση η οποία απειλεί την ίδια την επιβίωση των εφημερίδων και, κατ΄ επέκταση, τη βιωσιμότητα και τη δυνατότητα επιρροής ενός από τα βασικά μέσα επαγρύπνησης και ελέγχου της δημόσιας εξουσίας που διαθέτουν οι πολίτες μιας δημοκρατίας. Απόδειξη αυτού μπορεί να θεωρηθεί χωρίς καμία αμφιβολία η περίπτωση του κυβερνήτη του Ιλινόι.
Το να ξεσκεπάζει κανείς και να φέρνει εις γνώση των πολιτών τις λοβιτούρες και τα φαγοπότια ενός διεφθαρμένου αξιωματούχου ή τις υπερβολές ενός εκλεγμένου αντιπροσώπου ο οποίος κινείται στα όρια της νομιμότητας ή τα ξεπερνά για να διευκολύνει τη μεταφορά κρατουμένων στο Γκουαντάναμο, όπως γνωρίζουμε καλά, δεν είναι μικρό έργο, ούτε χωρίς κόστος. Η ποιοτική δημοσιογραφία είναι δαπανηρή γιατί χρειάζεται εργατικά χέρια με εξειδικευμένες γνώσεις, που απαιτούν χρόνια εκπαίδευσης και ωρίμανσης. Η διατήρηση
ενός συντακτικού δυναμικού με την απαραίτητη πνευματική ικανότητα ώστε να ικανοποιεί τις ανάγκες μιας έγκυρης εφημερίδας και, τελικά, της κοινωνίας στην οποία αυτή απευθύνεται, αποτελεί την πρωταρχική υποχρέωσή μας αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε το μέλλον μας στο Διαδίκτυο. Το βιομηχανικό μοντέλο που ως τώρα εγγυήθηκε όλα αυτά που, στην ουσία, δεν έχουν αλλάξει από τον 19ο αιώνα είχε ήδη αρχίσει να ξεφτίζει τα τελευταία χρόνια. Ξαφνικά, η κρίση επιβάλλει ένα τριπλό σάλτο μορτάλε από τον 19ο στον 21ο αιώνα από τα παλιά πιεστήρια και τους τόνους χαρτιού στην ευρυζωνικότητα, τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα που καθορίζουν ήδη τον χώρο μας, τη συλλογική φαντασία μας και τον κοινωνικό ιστό της ζωής μας.
Πού βρίσκεται το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια ανανέωση η οποία αποδεικνύεται όχι μόνο απαραίτητη αλλά και απόλυτα επιτακτική;
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό έγκειται σε εμάς τους ίδιους, στους δημοσιογράφους, στις εκδοτικές επιχειρήσεις, στις συνδικαλιστικές οργανώσεις που ανησυχούν περισσότερο για το κύμα των αναπόφευκτων απολύσεων και τη μείωση του κόστους στο σήμερα παρά για τη βιωσιμότητα στο αύριο. Τελικά έγκειται σε μια βιομηχανία ανίκανη, τις περισσότερες φορές, να απαλλαγεί από αδράνειες δεκαετιών όσο απομένει μια χαραμάδα ψεύτικης ελπίδας ή ισχνών κερδών στους φθίνοντες ισολογισμούς της.
Είναι επιτακτικό να βρούμε ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο για τις μεγάλες εφημερίδες στο Διαδίκτυο. Η διαφήμιση στο Ιnternet θα ξεπεράσει τη διαφήμιση στο χαρτί σε μερικά χρόνια αφού η παρούσα κρίση έχει πλήξει ιδιαίτερα τους τομείς από τους οποίους τροφοδοτούνταν κυρίως οι εφημερίδες (αυτοκίνητα, ακίνητα, μικρές αγγελίες). Στο μεταξύ οι εκδοτικές επιχειρήσεις
θα εξακολουθήσουν να αντιμετωπίζουν τα γιγαντιαία κόστη για πιεστήρια, χαρτί, διανομή κ.λπ. που συνδέονται με τις παλιές δραστηριότητές τους, γεγονός το οποίο αναμφίβολα εμποδίζει ή δυσχεραίνει τις απαραίτητες σημαντικές επενδύσεις που οι ψηφιακές εκδόσεις τους θα διαθέτουν αντίστοιχη ποιότητα και βάθος με τις εκδόσεις τους στο χαρτί. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότερες από 30 εφημερίδες προς πώληση. Αυτό που δεν υπάρχει είναι αγοραστές.
Επίσης, όπως είπα στην αρχή αυτού του άρθρου, αποδεικνύεται απαραίτητη η χάραξη μιας διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στο χρήμα και τα κέρδη των εφημερίδων και στη δημοκρατία. Ο κυβερνήτης του Ιλινόι, το Γκουαντάναμο και τα τελευταία επιτεύγματα στην Ευρώπη αποτελούν μέρος μιας αφήγησης της οποίας το κύριο νήμα δεν είναι πάντα προφανές. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ετοιμάζεται, για πρώτη φορά να υιοθετήσει για τους παράνομους μετανάστες που κρατούνται στο έδαφός της την κατάργηση ενός δικαιώματος ιερού στις δυτικές δημοκρατίες, κατακτημένου με αιματηρούς αγώνες ενάντια σε όλες τις εξουσίες ανά τους αιώνες του habeas corpus, του δικαιώματος κάθε κρατουμένου να προσαχθεί ενώπιον ενός δικαστή σε σύντομο και εύλογο χρονικό διάστημα. Προς τα πού οδεύει η δημοκρατία στην Ευρώπη; Ποιο θα είναι το περίγραμμα και η ποιότητά της στον αιώνα που διανύουμε; Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με τις εφημερίδες- και με την οικονομική τους υγεία; Και με το Διαδίκτυο;
Οι εφημερίδες είναι οργανισμοί που διαθέτουν μια οικονομική δομή η οποία τους επιτρέπει να συγκεντρώνουν, να επεξεργάζονται και να θέτουν στη διάθεση της κοινωνίας μεγάλες ποσότητες πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία της δημοκρατίας. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι στις κοινωνίες μας υπάρχει αρκετή ζήτηση για ποιοτική και σχετική με τα πράγματα ενημέρωση, με τον τρόπο με τον οποίο σήμερα μόνο οι εφημερίδες μπορούν να προσφέρουν. Το ερώτημα είναι αν διαθέτουμε την απαραίτητη σοφία ώστε να διατηρήσουμε αυτή την ικανότητα στο Ιnternet και να αναπτύξουμε όλες τις δυνατότητές της σε έναν αιώνα του οποίου την εξέλιξη, τεχνολογική, κοινωνική και οικονομική, δεν έχουμε ως τώρα μπορέσει να κατανοήσουμε και, ακόμη περισσότερο, να προβλέψουμε. Ας μην επιτρέψουμε στα λάθη του παρελθόντος να περιορίσουν τη μελλοντική μας αποφασιστικότητα.
* από το ένθετο ¨Το Βήμα των Ιδεών" 6.3.09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου